Академический Документы
Профессиональный Документы
Культура Документы
Όμως τον πήραν και τον έβαλαν να καθίσει σε καρέκλα στην αίθουσα που ήταν
πριν. Είδε πάλι τον Κύριο με τα αρχιερατικά να αστράφτει και να μπαίνει αυτή
τη φορά από την αριστερή πόρτα, ακούγοντας πάλι τον όχλο έξω ανησύχησε.
Τότε είδε τον Κύριο να κατεβαίνει μερικά σκαλιά και να κατευθύνεται προς τον
π. Αναστάσιο. Τον πλησίασε τον κοίταξε, κάθισε αντίκρυ και του είπε, ''Ιωάννη
Ιωάννη, από μικρός ήσουν πολυμαθής, ήθελες να τα ξέρεις όλα, στο δημοτικό
δεν άφηνες κανέναν συμμαθητή σου να σε περάσει, πήγες στο γυμνάσιο και
βγήκες άριστος μαθητής με διακρίσεις, πήγες στο πανεπιστήμιο βγήκες άριστος
πτυχιούχος μηχανολόγος μηχανικός''. Και αφού του διηγήθηκε όλη τη ζωή του
τον κοίταξε με σοβαρότητα, εκείνος σήκωνε που και πού τα μάτια του και ξανά
τα κατέβαζε, και του λέει ο Κύριος, ''Αναστάσιε πότε θα μάθεις αυτό;'',
δείχνοντας με το δάκτυλο του το αγγελικό σχήμα που φορούσε, συνοδευόμενο
από ένα αυστηρό βλέμμα, και αυτό σηκώθηκε και κυμάτισε σαν σημαία. Όταν το
είδε αυτό ο π. Αναστάσιος τρόμαξε, του λέει ο Κύριος, ''πήγαινε να μάθεις αυτό
και μετά έλα''. Έτρεμε εκείνος από δέος, χαρά και φόβο.
Από τότε πέρασε μία εβδομάδα και έλαβε ένα τηλεγράφημα από Αμερική. Ήταν
από τον ανιψιό του, και έγραφε, ''θείε μην έρθεις, ο πατέρας μου και ο αδελφός
σου έχουν πληρώσει δολοφόνους να σε σκοτώσουν.'' Όταν το διάβασε τρόμαξε
και θυμήθηκε όσα του είπε ο άγιος πατέρας και έσπευσε να πάει στη Κερατέα.
Όταν τον αντίκρισε ήταν να σαν τον περίμενε, ''Καλώς τον αδελφό Ιωάννη.'',
''Σεβασμιώτατε μπορώ να σε απασχολήσω για λίγο;'', ''Ναι αδελφέ μου.'' Του
εξιστόρησε τα γεγονότα και του είπε πως είχε δίκιο γιατί έλαβε ένα
τηλεγράφημα από τον ανιψιό του και μάλιστα του το έδωσε να το διαβάσει και ο
άγιος Επίσκοπος του είπε, ''δεν χρειάζεται το ξέρω.''
Σ' εκείνη την συνάντηση ήταν που του ζήτησε να μείνει στην ανδρική Μονή της
Μεταμορφώσεως και να γίνει Μοναχός. Δε πέρασε πολύ καιρός, έγινε η κουρά
και του έδωσε το όνομα Αναστάσιος. Εόρταζε του Αγίου Αναστασίου του
Πέρσου στις 22 Ιανουαρίου. Έμεινε στη Κερατέα μέχρι την οσιακή κοίμηση του
Αγίου πατρός Ματθαίου τον Μάιο του 1950.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο αείμνηστος πατέρας Ματθαίος είχε μία λύπη που του
την ανέφερε, ''Πάτερ Αναστάσιε έχω μία τυπογραφική μηχανή που μου έχει
χαλάσει πολύ καιρό, θέλω να εκτυπώσουμε βιβλία να διαβάσει όλος ο κόσμος,
θα μπορούσες να το κοιτάξεις;''. ''Να 'ναι ευλογημένο άγιε Πατέρα'', αποκρίθηκε
ο καλός Μοναχός Αναστάσιος. Όταν είδε την τυπογραφική μηχανή γέμισε χαρά
και είπε μέσα του ''αυτό είναι το στοιχείο μου''. Αμέσως άρχισε να το λύνει και
μετά από μέρες ήταν βίδες στο έδαφος. Περνούσαν οι πατέρες της Μονής
κοιτώντας με απορία και έλεγαν αν θα μπορέσει να το συναρμολογήσει με τόσες
βίδες, τότε μειδίασε χωρίς να μιλήσει. Τη στιγμή εκείνη πέρασε ο π. Βίκτωρ και
είπε, ''φέρ' του ένα κουβά γιατί θα του περισσέψουν πολλές βίδες''. Του πήρε
σχεδόν ένα μήνα να τελειώσει, τότε ειδοποίησαν τον άγιο Πατέρα Ματθαίο, και
όταν άκουσε να κτυπούν οι βαλβίδες της μηχανής και είδε να δουλεύει, με πολλή
χαρά του είπε, ''Θεός συγχωρέσε, Θεός συγχωρέσε, καλό παράδεισο, να σ'
ευλογεί Ο Θεός παιδί μου.''
3) Η ανάσταση της μητρός του π. Αναστασίου.
Έφτασε στα βράχια και απείχε από την θάλασσα αρκετά μέτρα ύψος. Έριξε την
πετονιά, δεν πέρασε μισή ώρα και είδε τα νερά να σχηματίζουν κύμα σαν να
ερχόταν κάτι που έπλεε προς αυτόν. Δεν μπορούσε να διακρίνει τί ήταν αυτό που
πλησίαζε. Όταν πλησίασε τα βράχια βγήκε από την θάλασσα ένα θηρίο και
στεκόταν όρθιο αρκετά μέτρα ύψος. Είχε ένα κεφάλι σε μέγεθος μίας αγκαλιάς
ανθρώπου, είχε δύο φτερά που φτερούγιζαν και φυσούσαν αέρα, είχε και δύο
δόντια στην πάνω και στην κάτω σιαγόνα. Τα λέπια του ήταν χοντρά και είχε και
δύο κέρατα στο κεφάλι του. Στάθηκε λίγο και μετά βούτηξε πάλι στη θάλασσα
και τα νερά έπεσαν πάνω στον π. Αναστάσιο.
Είχε πάθει σοκ, όταν συνήλθε έτρεξε να ειδοποιήσει τους πατέρες στη
ρουμάνικη σκήτη. Όταν έφτασε και ανήγγειλε το συμβάν του είπαν, ''εμείς πάτερ
το ξέρουμε, προσπαθούμε να το πιάσουμε εδώ και πολύ καιρό'', του λέει ένας
Μοναχός της σκήτης, ''εμείς τυλίξαμε κρέας για δόλωμα σε μία μικρή άγκυρα
και την δέσαμε με συρματόσχοινο σε ένα μεγάλο βράχο. Όταν πλησίασε μετά
από ώρα άρπαξε το κρέας και φεύγοντας με το φαί στο στόμα του πήρε μαζί του
το συρματόσχοινο και έσπασε κι ένα κομμάτι από το βράχο'' Τότε θαύμασε ο π.
Αναστάσιος και είπε ''δοξασμένο να 'ναι το όνομα σου Παναγία μας.''
7) Από τη Σάμο στη Κρήτη.
Πήγε στη Κρήτη κοντά σε ένα χωριό στο Ρέθυμνο. Είχαν μάθει οι χωριανοί ότι
κάποιος ασκητής ήταν κοντά στο τόπο τους και συχνά του πήγαιναν τρόφιμα και
άλλα είδη πρώτης ανάγκης. Για τον π. Αναστάσιο η παρουσία τους ήταν
ενοχλητική, επιθυμούσε την απόλυτη ησυχία και εκείνοι με τις επισκέψεις τους
τον αποσπούσαν από την προσευχή.
Εκείνο το καλοκαίρι έκανε αφόρητη ζέστη και μαθεύτηκε πως ξέσπασε μία
πυρκαγιά κοντά σε κάποιο χωριό. Η φωτιά πλησίαζε επικίνδυνα οπότε οι
χωριανοί πρότειναν να πάνε στον π. Αναστάσιο και να τον παρακαλέσουν να
κάνει προσευχή για να σταματήσει η φωτιά. Κανείς δεν τους άκουσε, κάποιες
ηλικιωμένες γυναίκες πήραν το βουνό και όταν έφτασαν του φώναζαν, ''πάτερ
άγιε βοήθησέ μας'', αφού επέμεναν και είδε ο π. Αναστάσιος ότι δεν πρόκειται να
ησυχάσουν βγήκε έξω και τους ρώτησε τί θέλουν, εκείνες του λένε ''δε βλέπεις,
καίγεται το χωριό, κάνε μία προσευχή να σταματήσει η φωτιά''. Δεν ήξεραν
βέβαια ότι ο γέροντας είχε ήδη κάνει προσευχή, και εκείνος τους πρότεινε να
κάνουν εκείνες προσευχή και τις έδιωξε. Όταν κατέβηκαν από το βουνό είδαν οι
χωριανοί μία νεφέλη να σχηματίζεται πάνω από την εστία φωτιάς και όχι μόνο
την έσβησε αλλά πλημμύρισε το χωριό. Είδε ο π. Αναστάσιος, κόσμος να
πηγαίνει προς αυτόν, μπροστά ο παπάς του χωριού να θυμιάζει και ο κόσμος
κρατούσε λάβαρα. Γρήγορα μάζεψε τα απαραίτητα και κατέβηκε από την άλλη
πλευρά του βουνού, πλήρωσε ένα βαρκάρη και πήγε Ικαρία.
Αρκετά χρόνια μετά τον πόλεμο του 1940 αποφάσισε να πάει ο π. Αναστάσιος
στη Λάρισα για να κάνει χειρουργείο στο πόδι του. Τον ενοχλούσε στο
περπάτημα. Το είχε τραυματίσει στη μάχη του Γοργοποτάμου. Τότε φορούσε το
Μέγα και Αγγελικό Σχήμα το οποίο κοίταξε ο
ιατρός του με κάποιο είδος αποστροφής.
Απορούσε ο π. Αναστάσιος γιατί καθυστερούσαν
οι ιατροί να τον εγχειρήσουν. Του έλεγε ο
λογισμός του να φύγει από το νοσοκομείο αλλά
δεν πρόλαβε. Βρισκόταν σε ανησυχία όταν ένας
ιατρός του έφερε φάρμακα να πιεί και του ζήτησε
να τα καταπιεί μπροστά του. Όταν τα κατάπιε αισθάνθηκε μισοαναίσθητος.
Άκουγε τότε μέσα στο λήθαργο του την συνομιλία μεταξύ των ιατρών όπου
έλεγαν μεταξύ τους, ''του έδωσες την δοσολογία που σου είπα;'', ''ναι'', ''και είναι
ακόμη ζωντανός;'', ''η δική μας στοά στην Αγγλία δεν κάνει τέτοια εγκλήματα
είστε απάνθρωποι εσείς εδώ στην Ελλάδα, έχω αποφασίσει να γυρίσω στην
Αγγλία'', αντί άλλης απαντήσεως ο Έλληνας ιατρός του λέει, ''πρέπει να του
δώσουμε άλλη μία δόση'', ο ιατρός από την Αγγλία τότε του είπε, ''δώσε τη του
εσύ'' και μαζί αναχώρησαν από το δωμάτιο του Γέροντα, τότε ο π. Αναστάσιος
είπε μέσα του, ''Παναγία μου σώσε με'', με δυσκολία και βία έβαλε τα ρούχα και
αναχώρησε για το κελλάκι του στη Λαμία. Όταν έφτασε έπεσε στο κρεβάτι του
και δε μπορούσε να μιλήσει. Μετά από τρεις μέρες συνήλθε αλλά αντιλήφθηκε
ότι τα φάρμακα είχαν αφήσει μόνιμα προβλήματα στην υγεία του, πειράχτηκαν
οι φωνητικές χορδές του, η μέση του, τα νεύρα του και το σώμα του είχε γύρει
προς τα εμπρός. Αναφώνησε με πνεύμα δοξολογίας ''Δόξα στη Παναγία που το
δηλητήριο δε με θανάτωσε αλλά μου άφησε μόνο κουσούρια!''.
Έκτοτε ο π. Αναστάσιος έφτιαξε από πανί τον μισό ήλιο την ώρα που δύει και το
έβαλε στο πουκάμισο του. (Ίσως αυτά που θα σας πω να είναι άσχετα, σας τα
διηγούμαι πληροφοριακά. Ξέρετε ότι το σήμα γνωστού κόμματος το πήραν από
τον φάκελο που είχε το κράτος για τον καπετάν Μέρκα και του έκαναν
μετατροπή από κίτρινο σε πράσινο, του έβγαλαν τις μισές ακτίνες και το πήραν;
Αυτά του τα ομολόγησαν οι υπουργοί Μερκούρη και Γιαννόπουλος. Επίσης ο π.
Αναστάσιος ήταν εκείνος που με επιστολή του πέτυχε να κοπεί το κάπνισμα στα
λεωφορεία.)
11) Η μάχη του Γοργοποτάμου.
Τότε πήραν διαταγή να μπουν στα χαρακώματα και να είναι έτοιμοι. Είχαν
πιάσει τους δύο λόφους πάνω από τα χαρακώματα και εκεί είχαν τοποθετήσει
δύο πολυβόλα. Πλησίασαν οι Γερμανοί και έπρεπε να περάσουν απέναντι για να
εξασφαλίσουν τις γραμμές του τραίνου. Ο Γερμανός αξιωματικός έστελνε
στρατιώτες ανά ομάδες των 50, να περάσουν απέναντι αλλά δεν έφτανε ούτε
ένας ως τη μέση, γιατί τα πολυβόλα έριχναν σταυρωτά, μέσα στη σύγχυση της
μάχης ένα από τα δύο πολυβόλα σταμάτησε τις ριπές. Τότε είπε στους
στρατιώτες ο καπετάν Μέρκας, ''καλύψτε με πάω να δω τί εγινε''.
Όταν έφτασε είδε πως δεν ήταν κανείς, και από το πολυβόλο έλειπε η βελόνα,
και είπε, ''μας σαμποτάρανε''. Έψαξε πάνω του και γύρω κάτι για να
υποκαταστήσει την βελόνα, βρήκε ένα καρφί και το πέρασε στο πολυβόλο αντί
για βελόνα. Πέτυχε! Σε κάθε ριπή η τρίτη σφαίρα ήταν τροχοδιωκτική, δηλαδή
φώτιζε και έδειχνε την πορεία που έπρεπε να πηγαίνουν οι υπόλοιπες. Τότε
άρχισαν να φωνάζουν από κάτω, ''μπράβο το βαρύ, μπράβο το βαρύ''! Δεν
άργησαν όμως οι Γερμανοί και άρχισαν να ρίχνουν με όλμους. Τότε
τραυματίστηκε ο Μέρκας και το θραύσμα τον πέτυχε στο πόδι, στο μεγάλο
δάκτυλο. Αλλά παρ' όλα ταύτα οι Έλληνες σταμάτησαν σε αυτή τη μάχη τους
κατακτητές.