Вы находитесь на странице: 1из 7

Το Κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935

στη Σαλαμίνα

Από τον Πλοίαρχο (Ο) Α. Τσιλιβίγκο ΠΝ

Κατά τη χρονική περίοδο 1924-1935, την οποία η συνταγματική και


πολιτική ιστορία έχει καταγράψει ως «Δεύτερη Ελληνική Δημοκρατία» (Αβασί-
λευτη Δημοκρατία), εκδηλώθηκαν στο ελληνικό κράτος πέντε στρατιωτικά κι-
νήματα για την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας με πρωτεργάτες αντίστοιχα
τους: Θ. Πάγκαλο (25/6/1925), Γ. Κονδύλη (22/8/1926), Ν. Πλαστήρα
(6/3/1933), Ν. Πλαστήρα – Ε. Βενιζέλο (1/3/1935), και Γ. Κονδύλη
(10/10/1935). Κατόπιν αυτών επήλθε το τέλος της Αβασίλευτης Δημοκρατίας
με την επάνοδο του Βασιλιά Γεωργίου Β΄ στην Ελλάδα.
Το προτελευταίο κίνημα της προαναφερόμενης περιόδου, ήτοι το κί-
νημα της 1ης Μαρτίου ΄35, εκδηλώθηκε αρχικά στη Σαλαμίνα και συγκεκριμένα
στον ομώνυμο Ναύσταθμο με τη συμμετοχή Αξιωματικών και Υπαξιωματικών
του Πολεμικού Ναυτικού. Μεταξύ των συμμετεχόντων Υπαξιωματικών συμπε-
ριλαμβάνεται και ο Σαλαμίνιος Αρχικελευστής Ιωάννης Τσάμης του Ηλία1, ο
οποίος επέδειξε ιδιαίτερο θάρρος, αγωνιστικότητα και πίστη στις ιδέες του.
Πριν από την εκδήλωση του κινήματος της 1ης Μαρτίου ΄35 και κατά τα
δύο προηγούμενα έτη (1933-35), την πολιτική εξουσία ασκούσε το Λαϊκό
κόμμα με Πρωθυπουργό τον Π. Τσαλδάρη και Υπουργό Στρατιωτικών το Γ.
Κονδύλη. Το Λαϊκό κόμμα είχε αναγνωρίσει τον πολιτειακό θεσμό της Αβασί-
λευτης Δημοκρατίας, ωστόσο μεγάλο μέρος των οπαδών του επιθυμούσε την
παλινόρθωση της μοναρχίας. Το γεγονός αυτό ανησυχούσε τους οπαδούς και
την ηγεσία του κόμματος των Φιλελευθέρων, οι οποίοι εκτιμούσαν ότι οι πολι-
τικοί τους αντίπαλοι θα επιχειρούσαν την επιστροφή στη μοναρχία. Το κλίμα

1
αυτό της δυσπιστίας επιβαρύνθηκε με δύο ακόμα γεγονότα, που σε τελική
ανάλυση επιφόρτισαν έντονα την πολιτική κατάσταση και
τα πολιτικά πάθη εκείνης της εποχής. Το πρώτο ήταν η
απόπειρα δολοφονίας του ηγέτη του κόμματος των
Φιλελευθέρων (Ε. Βενιζέλου) στις 6/6/1933 και το
δεύτερο η απόταξη εκείνων των στρατιωτικών που είχαν
συμμετάσχει στο κίνημα του Ν. Πλαστήρα στις 6/3/1933.
Ο Αρχικελευστής Ι. Τσάμης, που είχε λάβει μέρος και σ΄
αυτό το κίνημα, γράφει χαρακτηριστικά στο ιστορικό του
Ιωάννης Τσάμης
τετράδιο: «…ετέθην εις αυτεπάγγελτον διαθεσιμότητα επί
(1892-1955)
ένα έτος με την αιτιολογίαν ότι ανεμίχθην εις τα εκλογικά
της 5ης Μαρτίου 1933 και για την 6ην Μαρτίου 1933 εις την Δικτατορίαν του
Στρατηγού Ν. Πλαστήρα…απετάχθην την 20ην Ιανουαρίου 1934…».
Υπό το βάρος των ανωτέρω γεγονότων, δημιουργήθηκαν δύο
στρατιωτικές οργανώσεις, η Ελληνική Στρατιωτική Οργάνωση (ΕΣΟ) και η
Δημοκρατική Άμυνα (ΔΑ), την συγκρότηση των οποίων ενθάρρυνε και προώ-
θησε ο Ε. Βενιζέλος. Η ΕΣΟ, στην οποία συμμετείχαν εν ενεργεία στρατιωτι-
κοί, είχε ως σκοπό να προετοιμάσει στρατιωτικό κίνημα για να αποτρέψει οια-
δήποτε προσπάθεια μεταβολής του πολιτεύματος και να εκκαθαρίσει το στρά-
τευμα από τους ανίκανους, κατά την κρίση της, στρατιωτικούς. Τα μέλη της
ΔΑ ήταν κατά βάση βενιζελικοί στρατιωτικοί, που είχαν αποταχθεί από το
στράτευμα για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις και απέβλεπαν κυρίως στο να
επανέλθουν στην ενεργό υπηρεσία. Ηγετικά στελέχη της ΔΑ υπήρξαν οι Στρα-
τηγοί Στ. Γονατάς, Α. Παπούλας και Ν. Πλαστήρας, ο οποίος μετά το κίνημα
στις 6/3/1933 ευρισκόταν αυτοεξόριστος στο Παρίσι. Ο Αρχικελευστής Ι. Τσά-
μης, ως απότακτος Υπαξιωματικός, ανήκε στα στελέχη της ΔΑ. Η αντιβενιζε-
λική παράταξη χαρακτήρισε αυτές τις οργανώσεις ως συσπειρώσεις στρατιω-
τικών που αποσκοπούσαν φαινομενικά στην άμυνα του δημοκρατικού πολι-
τεύματος, πραγματικά όμως στην κατάληψη της πολιτικής εξουσίας με τη βία.
Οι οργανώσεις ΕΣΟ και ΔΑ σχημάτισαν ένα ενιαίο μέτωπο, που οδήγησε στο
κίνημα της 1ης Μαρτίου ΄35, η τύχη του οποίου έμελλε να λειτουργήσει ως κα-
ταλύτης για τις μετέπειτα πολιτικές εξελίξεις.
Το αρχικό σχέδιο του κινήματος προέβλεπε την κατάληψη του Στόλου
στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας, ο οποίος στη συνέχεια θα κατέπλεε στην Καβάλα

2
και στη Θεσσαλονίκη, στις φρουρές των οποίων επικρατούσαν βενιζελικοί
Αξιωματικοί. Ταυτόχρονα οι κινηματίες θα αναλάμβαναν τον έλεγχο των νη-
σιών του Αιγαίου και της Κρήτης, όπου οι κάτοικοί τους ήταν στην πλειοψηφία
τους υπέρ του Ε. Βενιζέλου. Ακολούθως θα σχηματιζόταν προσωρινή κυβέρ-
νηση στη Θεσσαλονίκη, σε περίπτωση που η κυβέρνηση του Π. Τσαλδάρη
δεν υπέβαλε την παραίτησή της. Επιπλέον στην πρωτεύουσα είχαν προβλε-
φθεί μικρότερης κλίμακας εξεγέρσεις σε στρατιωτικές μονάδες, ως κίνηση
αντιπερισπασμού, προκειμένου να διευκολυνθεί ο απόπλους του Στόλου από
τη Σαλαμίνα. Παράλληλα ο Ν. Πλαστήρας θα ερχόταν από το Παρίσι στην Ελ-
λάδα για να αναλάβει την ηγεσία του κινήματος.
Πράγματι τις απογευματινές ώρες της 1ης Μαρτίου ΄35 μια ομάδα
Αξιωματικών και Υπαξιωματικών (εν ενεργεία και μη)
του Πολεμικού Ναυτικού, με επικεφαλής τους Υπο-
ναύαρχο Ι. Δεμέστιχα και Πλοίαρχο Α. Κολιαλέξη,
αποβιβάστηκε στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας. Σ΄ αυτή
την ομάδα συμμετείχε και ο απότακτος Αρχικελευστής
Ι. Τσάμης, ο οποίος στο ιστορικό του τετράδιο
καταγράφει με θαυμαστή λεπτομέρεια λεπτό προς
λεπτό τα γεγονότα. Οι κινηματίες σε συνεργασία με
Ιωάννης Δεμέστιχας
άλλες ομάδες, που οργανώθηκαν από τους υπηρε-
(1882-1960)
τούντες στην περιοχή του Ναυστάθμου, επέτυχαν σε
πολύ σύντομο χρόνο να καταλάβουν το Ναύσταθμο, χωρίς να αντιμετωπί-
σουν ιδιαίτερη αντίσταση. Ο μόνος που αντιστάθηκε στην κατάληψη ήταν ο
Αρχιεπιστολέας του Ναυστάθμου Αντιπλοίαρχος Σ. Σιώκος που, στην προ-
σπάθειά του να εμποδίσει τους κινηματίες, τραυματίστηκε θανάσιμα.
Παράλληλα οι κινηματίες κατέλαβαν το θωρηκτό ΑΒΕΡΩΦ, το ελαφρύ
καταδρομικό ΕΛΛΗ, τα αντιτορπιλικά ΝΙΚΗ και ΛΕΩΝ, καθώς και τα υποβρύ-
χια ΚΑΤΣΩΝΗΣ και ΝΗΡΕΥΣ. Ο Αρχηγός του Στόλου και Ναυστάθμου, Υπο-
ναύαρχος Π. Ρουσσέν, συνελήφθηκε και συνοδευόμενος από τον Υποναύ-
αρχο Ι. Δεμέστιχα, επιβιβάστηκε στο θωρηκτό ΑΒΕΡΩΦ, απ΄ όπου εξέδωσε
διαταγή προς τα πλοία που αντιστέκονταν στην κατάληψη (αντιτορπιλικά
ΠΑΝΘΗΡ, ΙΕΡΑΞ, ΘΥΕΛΛΑ και ΨΑΡΑ) να ενσωματωθούν με τα ήδη καταλη-
φθέντα, προκειμένου να αποφευχθεί η αιματοχυσία. Με την προαναφερόμενη
διαταγή συμμορφώθηκε μόνο το αντιτορπιλικό ΨΑΡΑ. Πέραν των πλοίων αυ-

3
τών, υπήρχαν στο Ναύσταθμο και άλλα που ευρίσκονταν σε κατάσταση επι-
σκευής και ως εκ τούτου δεν θεωρήθηκε σκόπιμη η κατάληψή τους. Ωστόσο
οι κινηματίες αφαίρεσαν από τα επισκευαζόμενα πλοία διάφορα εξαρτήματα,
έτσι ώστε να μην είναι εφικτή η άμεση κινητοποίησή τους.
Τις πρωινές ώρες της 2ας Μαρτίου 1935 ο Στόλος των κινηματιών απέ-
πλευσε από το Ναύσταθμο, χωρίς τον Αρχηγό Στόλου και Ναυστάθμου, ο
οποίος ήδη είχε επιβιβασθεί στο αντιτορπιλικό ΙΕΡΑΞ, μη ακολουθώντας έτσι
τα αποπλέοντα πλοία. Ο Αρχικελευστής Ι. Τσάμης ευρισκόταν με καθήκοντα
οπλονόμου στο αντιτορπιλικό ΛΕΩΝ, που συμπεριλαμβανόταν στην εν πλω
δύναμη των κινηματιών.
Ο πρώτος στόχος του κινήματος, δηλ. η κατάληψη του Ναυστάθμου και
του Στόλου, καθώς και ο απόπλους των πλοίων από τη Σαλαμίνα, επιτεύ-
χθηκε. Παρ΄ όλα αυτά το όλο εγχείρημα είχε άδοξο τέλος. Σ΄ αυτό συνέβαλε η
ασυνεννοησία και οι αρχηγικές διαθέσεις των επικεφαλής Αξιωματικών, κα-
θώς επίσης και η αδυναμία του Ν. Πλαστήρα να έλθει στην Ελλάδα. Ο Αρχι-
κελευστής Ι. Τσάμης, σχολιάζοντας τα αίτια της αποτυχίας του κινήματος,
αναγράφει τα ακόλουθα: «Όταν ο Βενιζέλος συγκατάθεσε και είπε να γίνει
επανάστασις, έστειλε εις τον Πλωτάρχην Ζάγκα την εξής επιστολήν, ως μά-
θαμε: ‘’ Όταν εκραγεί η επανάστασις και παρθεί ο Στόλος αμέσως να φύγη ένα
αντιτορπιλλικόν με μεγάλην ταχύτητα να πάη εις την Νότιον Γαλλίαν, να παρα-
λάβη τον στρατηγόν Πλαστήρα και να τον πάη εις την Θράκη. Να πάνε και εις
την Θεσσαλονίκην ο υπόλοιπος Στόλος’’. Αλλά αυτή η επιστολή δεν εκοινολο-
γήθη εις τους Αξιωματικούς ούτε και εις τον Δεμέστιχα. Την επιστολή εγνώρι-
ζον ωρισμένοι Αξιωματικοί, Ζάγκας, Κολιαλέξης κ.α. Δεν την εκοινολογήσανε,
κατόπιν συνεννοήσεως με τους Σαράφη συνταγματάρχην και Τσιγάντηδες,
διότι ηθέλανε να γίνουν αυτοί αρχηγοί και όχι να ήταν υπό τας διαταγάς του
στρατηγού Πλαστήρα. Όλοι όσοι επαναστατήσαμε όχι από υστεροβουλία, ούτε
για γαλόνια, ούτε για χρήματα, αλλά μόνον από ιδεολογία, δεν γνωρίζαμε ότι
εκρύπτετο κλίκα φιλοδεξιών. Την επάθαμε και εχάσαμε την επανάσταση, την
οποία είχαμε κερδίσει κατόπιν της καταλήψεως του Ναυστάθμου και του Στό-
λου».
Έτσι λοιπόν ο Στόλος, αντί να πλεύσει προς τη Β. Ελλάδα, κατέπλευσε,
έπειτα από απαίτηση του Υποναυάρχου Ι. Δεμέστιχα, στη Σούδα των Χανίων,
όπου ο Ε. Βενιζέλος παρά τους ενδοιασμούς του ανέλαβε τελικά την ηγεσία

4
του κινήματος. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση αντέδρασε άμεσα, θέτοντας υπό τον
έλεγχό της τις επαναστατημένες φρουρές της πρωτεύουσας (στη Σχολή Ευ-
ελπίδων και στου Μακρυγιάννη). Παράλληλα ο Υπουργός Στρατιωτικών Γ.
Κονδύλης, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, κατέστειλε σε σύντομο χρόνο το κίνημα
στη Β. Ελλάδα, υποχρεώνοντας το Διοικητή του Δ΄ Σώματος Στρατού, που
συμμετείχε στο κίνημα, να καταφύγει στις 11 Μαρτίου από την Καβάλα στη
Βουλγαρία. Μετά από αυτές τις εξελίξεις παραδόθηκε και ο Στόλος, ενώ ο Ε.
Βενιζέλος και τα πληρώματα των πλοίων το βράδυ της 11ης Μαρτίου κατέφυ-
γαν αρχικά στην ιταλοκρατούμενη Κάσο και στη συνέχεια στη Νάπολη της
Ιταλίας, απ΄ όπου ο Ε. Βενιζέλος μετέβηκε στο Παρίσι.
Το κίνημα της 1ης Μαρτίου ΄35 απέτυχε και οι συμμετέχοντες σ΄ αυτό
δικάστηκαν από έκτακτα στρατοδικεία και καταδικάστηκαν, οι περισσότεροι εξ
αυτών ερήμην, με βαρύτατες ποινές (απόταξη, ισόβια δεσμά, θάνατος) με
επακόλουθο η βενιζελική παράταξη να απολέσει τα στηρίγματά της στο χώρο
των Ενόπλων Δυνάμεων. Τα φανατικά φιλοβασιλικά στοιχεία, όχι τόσο στη
συνείδηση του λαού όσο στις τάξεις του στρατού, ενισχύθηκαν και έτσι τέθηκε
πλέον σε λειτουργία ο μηχανισμός για την παλινόρθωση της μοναρχίας.
Τα γεγονότα που ακολουθούν μέχρι τα τέλη του 1935 είναι σημαντικό-
τατα. Στις 10/10/1935, ύστερα από νέο κίνημα, ο Γ. Κονδύλης αναλαμβάνει
Πρωθυπουργός και καταργεί την Αβασίλευτη Δημοκρατία, επαναφέροντας σε
ισχύ το Σύνταγμα του 1911. Στις 3/11/1935 διενεργείται δημοψήφισμα, όπου
το 97,88% του εκλογικού σώματος ψηφίζει υπέρ της μοναρχίας. Στις
25/11/1935 ο Βασιλιάς Γεώργιος Β΄ έρχεται στην Ελλάδα και στις 1/12/1935
εκδίδονται αναγκαστικά διατάγματα, με τα οποία δόθηκε αμνηστία σ΄ όσους
είχαν συμμετάσχει στο κίνημα της 1ης Μαρτίου ΄35, με εξαίρεση τους στρατιω-
τικούς και τους δημοσίους υπαλλήλους, στους οποίους δόθηκε μόνο χάρη. Η
απονομή χάρης και όχι αμνηστίας σ΄ αυτούς απέκλειε τη δυνατότητα
επαναφοράς τους στην ενεργή υπηρεσία.
Από την ανάλυση των ανωτέρω γεγονότων, συμπερασματικά προκύ-
πτει ότι το κίνημα της 1ης Μαρτίου ΄35 υπήρξε μια στρατιωτική επέμβαση στο
όνομα της προστασίας του πολιτεύματος, χωρίς όμως στην πραγματικότητα
να υφίσταται ουσιαστικός κίνδυνος για την ανατροπή του. Τελικά το κίνημα
της 1ης Μαρτίου ΄35 κατέρρευσε υπό το βάρος της πρόχειρης οργάνωσής του

5
αλλά και της ελάχιστης απήχησης που είχε στον ελληνικό λαό, λειτουργώντας
ωστόσο ως καταλύτης για τις μετέπειτα πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα.

6
1
Ο Τσάμης Ιωάννης του Ηλία και της Αναστασίας γεννήθηκε στη Σαλαμίνα το 1892. Κατατάχθηκε στο Πολεμικό
Ναυτικό ως κληρωτός στις 10/12/1913 με την ειδικότητα του πυροβολητή και παρέμεινε στις τάξεις του και μετά
την υποχρεωτική του θητεία. Αποτάχθηκε στις 20/1/1934, επειδή αναμίχθηκε στις εκλογές του Μαρτίου 1933 και
στο κίνημα του Ν. Πλαστήρα στις 6/3/1933. Έλαβε μέρος στο κίνημα της 1ης Μαρτίου ΄35 και στις 1/12/1935 του
δόθηκε χάρη για αυτή του την πράξη. Νυμφεύθηκε τη Στυλιανή Τσέγκα του Γεωργίου και απέκτησαν 6 τέκνα.
Απεβίωσε στις 4/7/1955 σε ηλικία 63 ετών.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- «Η Ιστορία και ο Πολιτισμός του Ελληνικού Έθνους», Εκδόσεις ΠΑΠΥΡΟΣ, 1998,
τόμος 2ος, σελ. 169-177.
- Ιστορικό Τετράδιο Ι. Τσάμη «Η Επανάσταση του 1935 και ο Γιάννης Τσάμης»,
Ανέκδοτο.
- Πλοίαρχος (Ο) Ν. Τσαπράζης «Ο Πολεμικός Ναύσταθμος Σαλαμίνος», Εκδόσεις
Ιστορική Υπηρεσία Ναυτικού, 1991, σελ. 137-142
- Αντιναύαρχος Γ. Μεζεβίρης «Τέσσερις Δεκαετίες στην Υπηρεσία του Β. Ναυτικού»,
1971 (Διαθέσιμο στην ιστοσελίδα www.mezeviris.gr)
- Α. Μιχόπουλος «Το Κίνημα του 1935», Εκδόσεις ΣΥΛΛΟΓΕΣ, 2005.

Вам также может понравиться